Αναμένοντας το μη ελευσόμενο.

 

 

Μπορεί να θεωρηθεί σύνηθες ότι  πολίτικες ομάδες αφού έχουν γράψει ένα κείμενο, το οποίο έχει επιβεβαιωθεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία,  φροντίζουν να το αναπαράγουν μαζί με τις θέσεις του. Αυτό θα μπορούσε  να χαρακτηριστεί ένα είδος ναρκισσιστικής γραφής επιβεβαιωτικού χαρακτήρα.

Παρολαυτα το σκάλισμα του παρελθόντος πρέπει να έχει κριτικό χαρακτήρα. Έχοντας αυτήν την αρχή θεωρούμε πως πέντε χρονιά μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη και την έλευση της κρίσης πρέπει να αναστοχαστούμε κριτικά τις δίκες μας αστοχίες και πλάνες.

Η εξέγερση του Δεκέμβρη μια από τις πλάνες που γέννησε είναι ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχουν αντανακλαστικά εναντίον της βαρβαρότητας. Εδώ η σκέψη λειτούργησε με βάσει το θεώρημα της εξισορρόπησης και μετάτρεψε τον εαυτό της σε ιδεολογία. Εστίασε στις οπτικές οι οποίες λειτουργούσαν θετικά σε αυτό που ήθελε να πιστέψει και φρόντισε να υποβαθμίσει οτιδήποτε άλλο. Η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν συμβάν το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί ως διαρροή στην κανονικότητα του καπιταλισμού αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως εγγενής δυνατότητα η οποία πάντα ενεργοποιείται υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Σε αυτή την πλάνη λειτούργησε το γεγονός της προσέγγισης με συναισθηματικούς όρους και όχι με ρεαλιστικούς. Οι πύρινοι λόγοι είχαν αυτοαναφορικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια το συμβάν ξεπέρασε μια παγιωμένη θέση που μέχρι και αυτή τη στιγμή έχει αλλάξει ελάχιστα ή οδήγησε σε εσωτερικές ρήξεις σε γενικότερο επίπεδο. Η συνέχεια της πλάνης και η αδυναμία ρεαλιστικής προσέγγισης οδήγησε στις μέρες μας αρκετοί να πιστεύουν σε αριστερά προτάγματα, βλέπε αριστερή κυβέρνηση, αναιρώντας βασικές θέσεις προς την εξουσία και τις δομές της. Η αγωνία αυτής της αδυναμίας εκδηλώθηκε στην πλάνη ότι ο καπιταλισμός μπορεί να γίνει πιο ανθρώπινος, με εμφανές το ιδεολόγημα ότι μπορεί να υπάρξει κράτος χωρίς μπάτσους . Τουλάχιστον στο παραπάνω δεν υπήρξαν αυταπάτες και κρατήσαμε χαρακτήρα. Ένα άλλο σημαντικό στοιχειό είναι ότι υποβαθμίστηκε η ικανότητα του κράτους να μαθαίνει από τις ίδιες του τις ελλείψεις και λάθη. Φροντίσαμε να θεωρήσουμε το καπιταλισμό και το κράτος ως στατικούς μηχανισμούς και την κοινωνία ως ένα εξωτερικό  όρο ο οποίος λειτούργει πάντα αμυντικά απέναντι στους δυο πρώτους. Στην πραγματικότητα το κράτος αναβάθμισε τους μηχανισμούς του χειραγώγησης, πρόληψης  και καταστολής μετά την εξέγερση. Ενώ παρά πολλοί αναμέναμε ότι με την κρίση και την πτώση του βιοτικού επίπεδου θα αναμενόταν κοινωνική έκρηξη, το κράτος είχε προετοιμαστεί για αυτό το ενδεχόμενο και είχε φροντίσει να εξοπλίσει τους ιδεολογικούς και κατασταλτικούς μηχανισμούς του, ώστε να μειώσει σε σημαντικό βαθμό οποιαδήποτε τέτοια πιθανή εξέλιξη. Η ελληνική κοινωνία είναι μια βαθειά συντηρητική κοινωνία. Αυτή η συνθήκη παραμελήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό από ολους έκτος από το κράτος. Ο ηθικός πανικός που εφαρμόστηκε κατά την διάρκεια της κρίσης είχε ως σημαντικούς πυλώνες την έννοια του εθνικού χρέους και της συλλογικής ευθύνης. Μια στρατηγική η οποία αναμφίβολα μπορεί να θεωρηθεί πετυχημένη.

Επιπλέον ανάγοντας ένα συμβάν σε κανόνα αυτό ιδεολογικοποίει και εργαλοποίει τον τρόπο σκέψης και ερμηνείας της πραγματικότητας. Θεωρήσαμε με παράδειγμα την δολοφονία του Γρηγορόπουλου και την εξέγερση που ακολούθησε ότι η κοινωνία απάντα απέναντι σε μια μορφή βαρβαρότητας. Περά από την αγιοποίηση αυτού  που καλώς η κακώς λεμέ κοινωνία, αυτού του τύπου η ανάλυση, παραμέλησε διάφορα σημαντικά ζητήματα. η έκρηξη του Δεκέμβρη είχε και συντηρητικά χαρακτηριστικά. Το στοιχειό ότι ο Γρηγορόπουλος ήταν έφηβος, Έλληνας και πέθανε στα Εξάρχεια παραμελήθηκε ως τις προεκτάσεις που είχε. Αυτές οι ιδιότητες δημιούργησαν σημεία ταύτισης ενός μεγάλου κομματιού του σώματος της εξέγερσης του Δεκέμβρη τα οποία δεν ταίριαζαν στην εικόνα που είχαμε κατασκευάσει για αυτό το σώμα  οπότε δεν δόθηκε και η δέουσα σημασία.

Ένα άλλο μεγάλο σημείο είναι ότι η απόφανση «που είναι αυτοί να τα κάψουν» περά από το μηχανισμό μετάθεσης στον οποίο στηρίζεται, φανερώνει την ικανότητα μη κριτικής δυνατότητας η οποία βρήκε την αποθέωσή της στην επιλογή μέρους της ελληνικής κοινωνίας να ψηφίσει «αυτούς θα πλακώσουν τους πολιτικούς στο ξύλο». Η συμπάθεια που φανερώνεται δεν είναι παρά η απωθημένη βία η οποία λογω του μη κριτικού αναστοχασμου της, οδηγεί στην συμπάθεια στον φασισμό δεδομένου και του συντηρητισμού της ελληνικής κοινωνίας η οποία στην κρίση ξετύλιξε ότι φασιστικό στοιχειό ενυπήρχε μέσα της. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα για την κρίση , στόχοι να θεωρηθούν οι μετανάστες και οποιοδήποτε άλλος αδύναμος αποδιοπομπαίος τράγος από την ελληνική κοινωνία. Η κρίση ταυτότητας της ελληνικής κοινωνίας αναγνώστηκε πάρα πολύ γρήγορα από την πολιτική πραγματικότητα ενσωματώνοντας κοινοβουλευτικά τους «εξωσυστημικούς» νεοναζί. Η πλάνη των νοικοκυραίων ειναι η ανατροπη του συστηματος ενδοσυστημικά με εμφανή τη μικροαστική ονείρωξη των πρώτων για επιστροφή στην πρότερη ευδαιμονία με κάθε κόστος.  Τέτοια στοιχειά όμως  τα είχαμε δει και τα είχαμε γράψει όπως ήταν το πογκρόμ του 2004 και  το πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας πριν λίγα χρονιά. Ο δεκέμβρης αν κατάφερε να κάνει κάτι είναι να φέρει στο στόμα πολλών την «πολιτική βία». Έγινε κοινή παραδοχή ότι η εξέγερση είχε και πολιτικά χαρακτηριστικά. Το σύστημα μετά από αυτή  την αποδοχή δε δίστασε να συνομιλήσει με τους νεοναζί έτσι ώστε να μπορέσει από τη μία να μιλάει απενοχοποιημένα για την ύπαρξη πολιτικής βίας , αλλά από την άλλη να προβάλλει και την θεωρία των δύο άκρων.